Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής

Η διαταραχή ελλειμματικής προσοχής είναι μια πολύπλοκη διαταραχή των ανώτερων εγκεφαλικών λειτουργιών. Η αυξημένη κινητικότητα, η παρορμητικότητα και η έλλειψη συγκέντρωσης προσοχής είναι τρία από τα στοιχεία που τη χαρακτηρίζουν. Η νοημοσύνη των παιδιών με αυτή τη διαταραχή είναι συνήθως φυσιολογική.

Αποτελεί σήμερα μία από τις επικρατέστερες διαταραχές της παιδικής ηλικίας και της εφηβείας, επηρεάζοντας περίπου το 3-8% των παιδιών σχολικής ηλικίας. Τα συμπτώματα εμφανίζονται σε πολύ μικρή ηλικία, επηρεάζουν τις περισσότερες πτυχές της ζωής των παιδιών και επιμένουν σε βάθος χρόνου, πολύ συχνά και στην ενήλικη ζωή. Η ακριβής σύσταση των συμπτωμάτων αλλάζει διαρκώς καθώς τα παιδιά μεγαλώνουν και εξελίσσονται γνωστικά.

Η ΔΕΠ συνήθως κληρονομείται. Οι τεχνικές απεικόνισης, οι ηλεκτροφυσιολογικές και νευροψυχολογικές δοκιμασίες, αλλά και οι γενετικές αναλύσεις σήμερα, όλες δείχνουν προς την κατεύθυνση ανωμαλιών σε συγκεκριμένα νευροδιαβιβαστικά συστήματα, οι οποίες επηρεάζουν συγκεκριμένες περιοχές του εγκεφάλου.

Τα τελευταία χρόνια παρατηρείται μία αύξηση στον αριθμό των ατόμων που διαγιγνώσκονται με ΔΕΠ-Υ. Αυτή η αύξηση μπορεί να αποδοθεί σε μία ποικιλία παραγόντων, οι οποίοι περιλαμβάνουν:

- αύξηση στην εμφάνιση της ΔΕΠ-Υ

- μεγαλύτερη ευαισθητοποίηση για τα συμπτώματα

- βελτιώσεις στην διάγνωση της ΔΕΠ-Υ

Η διαταραχή ελλειμματικής προσοχής με υπερκινητικότητα (ΔΕΠ-Υ) θα μπορούσε να μεταφραστεί ως ανικανότητα ρύθμισης της συμπεριφοράς από την πλευρά των παιδιών. Τα παιδιά μπορεί να έχουν δυσκολία αφοσίωσης στην σχολική εργασία ή στο να ακούν τις υποδείξεις στο σπίτι. Αυτό μπορεί να έχει αρνητική επίδραση στη μάθηση και την επικοινωνία. Τα συμπτώματα θα πρέπει να είναι παρόντα για 6 μήνες (τουλάχιστον), και συνήθως ξεκινούν στην προσχολική ηλικία. Τα παιδιά αυτά έχουν επίσης συχνά γλωσσικές δυσκολίες ή ειδικές μαθησιακές ανάγκες.

Το υπερκινητικό παιδί βρίσκεται σε μια συνεχή διέγερση, συνεχώς μεταπηδά από τη μια δραστηριότητα στην άλλη, ενώ η απροσεξία στη συμπεριφορά του εκφράζεται με το "δεν τελειώνω κάτι που έχω αρχίσει". Ένα φυσιολογικό παιδί μπορεί να είναι ζωηρό, αλλά δεν έχει διάσπαση προσοχής, μπορεί να κοντρολάρει τον εαυτό του


Συμπτώματα

Χαρακτηριστικά συμπτώματα του παιδιού με διαταραχή ελλειμματικής προσοχής/ υπερκινητικότητας μπορεί να είναι ορισμένα από τα ακόλουθα:

- δυσκολία επιμονής στα διάφορα έργα, ειδικά σε αυτά που δεν έχουν κάποιο ιδιαίτερο προσωπικό ενδιαφέρον, είναι πολύ εύκολα, ή αντίθετα πολύ απαιτητικά ή καθιστικά

- εναλλαγή από το ένα ημιτελές έργο στο άλλο.

- αποτυχία να φέρει εις πέρας έργα, θελήματα, σχολική εργασία, κλπ.

- “ονειροπόληση”, ή εμφανιζόμενο ότι δεν ακούει ή δεν προσέχει, ακόμα και όταν του απευθύνουν το λόγο

- αποφυγή ή ακόμα και απέχθεια προς έργα τα οποία απαιτούν συντηρούμενη προσοχή

- αισθητηριακή διάσπαση, περιγραφόμενη ως ανικανότητα να φιλτράρουν τα μη σημαντικά, εξωγενή ερεθίσματα από τα σημαντικά και συναφή ερεθίσματα.

- κινητική διάσπαση, περιγραφόμενη ως ανικανότητα να αναστείλουν αντιδράσεις σε ερεθίσματα ή ανικανότητα να ελέγξουν τον καταμερισμό της προσοχής.

- μεγαλύτερη ευαισθητοποίηση για τα συμπτώματα

- μερικές φορές από μια αξιοθαύμαστη συνείδηση/αντίληψη λεπτομερειών, που παρόλα αυτά είναι άσχετες με το έργο-δραστηριότητα-πλαίσιο επικοινωνίας

- ενοχλητική περιέργεια

- ανυπομονησία, εκδηλούμενη ως:δυσκολία να ακολουθεί τη σειρά του σε παιχνίδια, παρόμοια εκδήλωση κατά τη διάρκεια συζητήσεων, με διακοπές και σχόλια χωρίς να είναι η σειρά του να μιλήσει, ακατάλληλη συμπεριφορά


Τα συμπτώματα αυτά δεν εμφανίζονται βέβαια όλα μαζί στο ίδιο παιδί, αλλά σε αρκετές περιπτώσεις συμβαίνει και αυτό. Είναι εμφανή σε πρώιμη ηλικία, ενώ φαίνεται να υπάρχει έξαρση γύρω στα 3 ½ χρόνια. Η συχνότητα με την οποία παρατηρείται η ΔΕΠ-Υ έχει σχέση με τα κριτήρια που τίθενται σε κάθε κοινωνία γι’ αυτό και πολιτισμικοί παράγοντες παίζουν σημαντικό ρόλο. Τα ποσοστά ποικίλλουν στις διάφορες χώρες.


Τι αποτελέσματα μπορεί να προσδοκούμε με τη Νευροανάδραση;

Στην περίπτωση της ΔΕΠ/Υ, παρατηρείται μείωση ή εξαφάνιση της παρορμητικότητας, της διάσπασης προσοχής και της υπερκινητικότητας. Η μείωση των παραπάνω συμπτωμάτων μπορεί να οδηγήσει σε αξιοσημείωτη βελτίωση της σχολικής απόδοσης. Η βελτίωση της συμπεριφοράς είναι ορατή και σε άλλους τομείς: παιδιά που παρουσίαζαν πολλά βίαια ξεσπάσματα, είχαν επιθετικές τάσεις κατάφεραν να θέσουν υπό έλεγχο αυτές τις συμπεριφορές.